«Μαθηματικά στο πι και φι» της Ευαγγελίας Σημαντήρη
Εσάς σας αρέσουν τα μαθηματικά; Εμένα είναι τα αγαπημένα μου. Γιατί μ’ αυτά φτιάχνω τα καλύτερα…γλυκά. «Γλυκά;» θα με ρωτήσετε. Μάλιστα, γλυκά, μαζί με τη γιαγιά.
«Χωρίς τα μαθηματικά δε γίνεται τίποτα» μου έλεγε κάποτε ο μπαμπάς. «Θα υπήρχε γύρω μας το χάος». Εγώ πάντως, όταν ήμουν πιο μικρός κι έβλεπα τον μπαμπά να πονοκεφαλιάζει πάνω απ’ τα χαρτιά του με τους αριθμούς και τα σχήματα, σκεφτόμουν ότι το μόνο σίγουρο ήταν ότι του μπαμπά η αριθμητική κι η γεωμετρία τού είχαν κάνει μαγικά. Γι’ αυτό κι εγώ τ’ απέφευγα όπως τις μύγες και τα κουνούπια. Όταν εκείνα με πλησιάζανε, εγώ τα κυνηγούσα. Δηλαδή, όταν η μαμά μού έφερνε τα τετράδια με τις ασκήσεις και μου τις έδειχνε, εγώ έπαιρνα την μυγοσκοτώστρα και κοπανούσα τις σελίδες, φωνάζοντας «μαμά, μυγάκια κακά!». Και μεγαλύτερος ακόμα, να σκεφτείτε, τόσο πολύ τα μισούσα, που προτιμούσα να γυρίζω τους αριθμούς ανάποδα, να τους εξοντώνω δηλαδή κανονικά. «Γιαννάκη, τα μαθηματικά δεν τα κάνουνε στο πόδι. Κάθισε λίγο. Συγκεντρώσου. Πάρε μολύβι και χαρτί» μου φώναζε κάθε μέρα η μαμά μου, προσπαθώντας να με πιάσει για να με στήσει στην καρέκλα. Αλλά εγώ πού να τολμήσω. Τα φοβόμουν τρομερά. Κι όταν πια αναγκαζόμουν να καθίσω, τα κοιτούσα και βαριόμουν φοβερά.
Πού να δείτε στο σχολείο. Μια μέρα ο δάσκαλος, όταν είδε τι του έγραφα στο χαρτί με τις ασκήσεις που μας είχε δώσει, έτριβε τα μάτια του από τον θαυμασμό: «Παιδί μου, τελειώνεις την Α’ Δημοτικού και δεν ξέρεις ακόμα πώς γράφονται οι αριθμοί και πώς είναι τα σχήματα»; Τρελάθηκε κι άρχισε να τραγουδάει μέσα στην τάξη:
«Αυτό είναι τρομερό.
Το 5 είναι γραμμένο σαν το σίγμα τελικό.
Και το 6 είναι 9.
Μα τι πράγματα είναι αυτά;
Και γράφεις έψιλον για τρία.
Όσο για το παραλληλόγραμμό σου, μοιάζει με τον μπακλαβά γωνία».
«Τι κακό έχει ο μπακλαβάς γωνία, που είναι τόσο νόστιμο γλυκό;» ρώτησα εκείνη την ημέρα τη γιαγιά μου. Και από τότε ξεκίνησε η καταπληκτική αλλαγή. Η σημαντικότερη αλλαγή που θα μπορούσε να μου συμβεί. Ήταν τόσο απρόσμενη, που ξεκόλλησε και τον μπαμπά απ’ τα χαρτιά του για μια ολόκληρη ημέρα. Η γιαγιά μου μόλις της είπα τον λόγο που ρωτούσα, μου γύρισε την πλάτη σκεφτική. Όταν ξαναγύρισε προς το μέρος μου μου έδωσε ένα μπουκαλάκι βανίλια και μου έδειξε την κατσαρόλα. «Όταν τελειώσω τα μαγικά μου λόγια, να τη ρίξεις στο νερό» μου είπε.
«Μια πρέζα από βανίλια.
Βούτυρο για τα σκασμένα χείλια,
σοκολάτα, καραμέλα,
βάλε και μια ριπή κανέλα
κι έτοιμο το μαγικό
που θ’ αλλάξει του εγγονού μου το μυαλό.
Βανίλια, λευκή γλυκιά και φίνα,
κάνε θαύμα στην κουζίνα».
Δεν είχα παρά να υπακούσω τη γιαγιά, γιατί ξέχασα να σας πω ότι ήταν η καλή μάγισσα της μαγειρικής κι εμένα μου άρεσε πάντα να τη βοηθάω να φτιάχνει τις συνταγές της. Ο μπαμπάς πάντα διέκοπτε τη βουτιά του στα μαθηματικά όταν ήταν να γευτεί τα γλυκά της. Επομένως, μόνο η γιαγιά μπορούσε να τον ξεκολλήσει από τα μαθηματικά. Γιʹ αυτό κι εγώ έριξα τη μαγική βανίλια στο βραστό νερό και τα υπόλοιπα υλικά κι αμέσως τότε μια υπέροχη μυρωδιά μού γαργάλησε τα ρουθούνια.
Μια μόνο κουταλιά απ’ το γλυκό ήταν αρκετή. Βρέθηκα να περπατώ σ’ έναν κόσμο θαυμαστό.
3 ποτάμια σοκολάτα,
5 σπιτάκια μαντολάτα.
Να και 2 ψηλοί πύργοι από μπισκότο
που ομορφαίνουνε τον τόπο.
Δέντρα σοκολατένια, γεωμετρικά στερεά
με κορμούς κυλίνδρους από σοκοφρέτα,
για φρούτα έχουν αμυγδαλωτά
και πολύχρωμα κουφέτα.
Βουνά από φράουλα ζελέ
και σύννεφα φρουί γλασέ.
Προχωρούσα και πετούσα και κρατούσα από σοκολατένιο κώνο
κι από ράβδο καραμέλα,
μια υπέροχη ομπρέλα.
Και να ήταν αυτό μόνο;
Nα σου κι ένας τσιζκέικ ποντικός,
νόστιμος, λαχταριστός.
Με πλησιάζει,
με ρωτάει όλο νάζι:
«Μην τυχόν κι είδες να γυρίζουν εδώ γύρω γλειφιτζούρια είκοσι δύο;
Πες μου, αν θες, να σε χαρώ;
Έχω παιδιά είκοσι ένα
Ένα γλειφιτζούρι για καθένα κι ένα μένει και για μένα.
Αν όμως μου πεις που θα τα βρω, θα τα δώσω όλα σε σένα».
«Παιδί μου, για να δούμε, έπιασε το μαγικό;» μου φώναξε η γιαγιά μου και μου έδωσε το τετράδιο με τα μαθηματικά. Από τότε και στο εξής, ειδικά όταν έχω παρέα ένα από τα απίθανα γλυκά που φτιάχνουμε μαζί, τα μαθηματικά μου τα λύνω στο πι και φι.
[Το κείμενο γράφτηκε στο πλαίσιο του εργαστηρίου «Φτιάχνοντας παραμύθια» (5 & 6 Μαΐου 2017, Βιβλιοπωλείο Πατάκη) που συντόνισαν η Αλεξάνδρα Σέλελη και η Έλενα Φραγκάκη].
Η Ευαγγελία Σημαντήρη γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε δημόσια διοίκηση στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Από το 2014 παρακολουθεί σειρά σεμιναρίων γύρω από τη ζωγραφική, την εικονογράφηση και τη συγγραφή λογοτεχνικών κειμένων, κυρίως για παιδιά (ΙΑΝΟS, Σχολή Ορνεράκη, Εκδόσεις Πατάκη κ.α.). Στη Σχόλη των Εκδόσεων Πατάκη έχει παρακολουθήσει κύκλους σεμιναρίων σχετικά με την παιδική λογοτεχνία με εισηγητή τον Βαγγέλη Ηλιόπουλο, καθώς και το εργαστήριο «Φτιάχνοντας παραμύθια» που συντόνισαν η Αλεξάνδρα Σέλελη και η Έλενα Φραγκάκη.
Ασχολείται με την αρχιτεκτονική ως συνεργάτις-μηχανικός και ελεύθερη επαγγελματίας.
Είναι μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και μέλος του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου.