«Ο Λένιν στον Άγιο Αντώνιο» – Απόσπασμα από το ομώνυμο βιβλίο της Μέμης Κατσώνη
Ο Λένιν στον Άγιο Αντώνιο
Είμαι μια νυχτερίδα κρεμασμένη ανάποδα μέσα στο σκοτάδι και ξέρω πως είμαι κρεμασμένη ανάποδα μέσα στο σκοτάδι, γιατί το σκοτάδι έχει ήχο χνουδωτό σαν τα φτερά μου και ξέρω πως είμαι μια νυχτερίδα γιατί είμαι μέσα μου και το μέσα μου έχει ήχο πνιχτό σαν το αίμα μου και είμαι μια νυχτερίδα που ξέρει πως είναι μια νυχτερίδα κρεμασμένη ανάποδα μέσα στο σκοτάδι μέσα στον ήχο μέσα στο μετρό.
Α: Όχι, ρε πούστη μου. Τώρα τους στήσαμε για τα καλά. Πού είναι το γαμημένο το κινητό μου; Πώς δουλεύει το κέρατο; Το φακό θέλω.
Β: Για φώτισε δίπλα το χούντι μήπως χτύπησε, ρε συ, γιατί δε μιλάει;
Α: Καλά ’σαι ρε φίλε; Εντάξει, χαμογελάει. Ρε μαλάκα, είδες ποιος είναι;
Β: Μην είσαι μαλάκας, ρε μαλάκα, μοιάζει, δεν είναι.
Α: Και γω σου λέω πως είναι. Αν δεν είναι, γιατί δε μιλάει; Μήπως είσαι χτυπημένος, ρε φίλε; Πες κάτι.
Λένιν: Τι να πω; Δε μας ακούει κανείς.
Α: Υπομονή. Θα τραβήξουμε το λεβιέ. Έχει συστήματα. Για κοίτα, ρε συ, να ειδοποιήσουμε. Τι γίνεται, πότε θα βάλουνε μπροστά τα back up;
Β: Τράβηξα, δε γίνεται τίποτα.
Λένιν: Δε θα μας ακούσει κανείς.
Α: Όπα ρε φίλε, όπου να ’ναι θα πάρει πάλι.
Λένιν: Δε θα πάρει. Εδώ είναι το τέρμα.
Β: Ποιο τέρμα, μη μου τη δίνεις τώρα, γαμώ τα υπουργεία τους. Το καλύτερο μετρό, σου λέει, πρώτη μούρη στο γκλαμούρι αλλά άμα τα φτύσει…
Α: Εμείς φταίμε που τους ψηφίζουμε τους χαμούρηδες.
Λένιν: Δεν ξέρω ποιους ψηφίζετε, ξέρω πως εδώ είναι το τέρμα.
Ο Λένιν είναι μέσα στο μετρό και δεν ξέρει πως είναι ο Λένιν γιατί είναι τυφλός και δεν μπορεί να δει ποιος είναι. Τώρα κανείς δεν μπορεί να δει ποιος είναι μέσα στο μετρό, γιατί μέσα στο μετρό είναι σκοτάδι και φόβος κι εγώ ξέρω πως είναι φόβος γιατί ο φόβος έχει ήχο τριχωτό σαν τ’ αυτιά μου και τ’ αυτιά μου είναι μαζί μου μέσα στο φόβο κρεμασμένα ανάποδα μέσα στο σκοτάδι μέσα στον ήχο μέσα στο μετρό.
Β: Σου έλεγα εγώ να πάρουμε ταξί, ρε μαλάκα. Τώρα τι γίνεται: Πάντα έτσι μου την κάνεις.
Α: Εγώ ρε μαλάκα; Άντε τώρα μην τα πάρω, αφού στο ’λεγα, ρε μαλάκα, ξεκόλλα.
Β: Σιγά που ξεκόλλαγες εσύ. Χέσε μας τώρα, τράβα το λεβιέ να ξεκινήσει και δεν έχουμε και σήμα εδώ μέσα.
Λένιν: Σας είπα, δε θα ξεκινήσει, εδώ είναι το τέρμα. Θα ’πρεπε να έχετε κατεβεί νωρίτερα.
Α: Τι λέει ο άνθρωπος, κρατάτε με, Άγιο Αντώνιο πάμε, ρε φίλε. Κοντά στο σταθμό πρέπει να ’μαστε, ακούω μουσική. Χτύπα πάλι το κόκκινο, ρε συ.
Λένιν: Δεν υπάρχει κόκκινο, δε θα μας ακούσει κανείς.
Α: Από πού ξεφύτρωσες, ρε φίλε; Μας κάνεις και τον ψύχραιμο, πολύ μου τη σπας.
Λένιν: Δεν είμαι ψύχραιμος, τυφλός είμαι. Στο Σύνταγμα ανέβηκα μαζί με την κοπέλα με το βιολοντσέλο.
Α: Ποιο βιολοντσέλο, ρε ούφο, μόνοι μας είμαστε στο βαγόνι.
Β: Δίκιο έχει, ρε πούστη μου. Πώς και δεν την πήρε το μάτι μου; Ρίξε το φακό δεξιά. Η κοπέλα στη γωνία.
Α: Κοίτα να δεις τώρα. Κι αυτή χαμογελάει. Πού ’σαι, κορίτσι μου; Έχεις χτυπήσει; Γιατί δε μιλάς τόση ώρα;
Λένιν: Αυτή δε μιλάει, εγώ δε βλέπω, εσείς δεν ακούτε. Έτσι είναι.
Η κοπέλα με το βιολοντσέλο είναι μέσα στο μετρό κι εγώ ξέρω πως είναι μέσα στο μετρό και ξέρω πως είναι κοπέλα γιατί βγάζει ήχο μεταξωτό σαν την κοιλιά μου και παίζει βιολοντσέλο κι εγώ ξέρω πως παίζει βιολοντσέλο γιατί βγάζει ήχο γυριστό σαν τα νύχια μου και τα νύχια μου είναι γυριστά σαν τον ήχο που είναι μέσα μου μέσα στο φόβο, μέσα στο σκοτάδι μέσα στο μετρό.
Α: Έλα πιο δω, κορίτσι μου, τι κάθεσαι σαν τιμωρημένη στη γωνία, μη φοβάσαι, όπου να ’ναι θα ξεκινήσουμε, έλα παίξε μας κάτι.
Λένιν: Η κοπέλα παίζει εδώ και ώρα.
Β: Ναι, ρε συ. Καλά λέει ο δικός σου, παίζει τόση ώρα, τώρα κατάλαβα από πού έρχεται η μουσική.
Λένιν: Εγώ δεν είμαι δικός του, η κοπέλα δεν είναι τιμωρημένη κι εσείς δεν καταλαβαίνετε από πού έρχεται η μουσική.
Α: Ποιος είσαι, ρε μεγάλε, αλήθεια;
Λένιν: Ποιος είμαι;
Α: Ο Λένιν, ρε! Τι γυρεύεις εδώ πέρα αφού δε βλέπεις; Ο Λένιν δεν ήταν τυφλός.
Λένιν: Ε, τότε δε θα είμαι ο Λένιν.
A: Δεν πας από κει που ’ρθες, λέω γω;
Λένιν: Από κει που ’ρθα είχα γεμίσει έντομα.
Β: Χέσ’ τονα τον τρελαμένο ρε, τράβα το λεβιέ, να σπρώχνω εγώ να βγούμε έξω, θα πλαντάξουμε εδώ μέσα.
Λένιν: Δεν έχει πια έξω, το έξω τελείωσε.
Α: Κάνε γαργάρα τους χρησμούς σου, μπάζο. Θα σε βαρέσω άσκημα. Δεν καταλαβαίνω γιατί σου μιλάω τόση ώρα.
Λένιν: Δεν καταλαβαίνεις, το ξέρω. Είσαι παντρεμένος;
Α: Τ’ είν’ τούτος, ρε; Τι σε κόφτει εσένα, ρε χάπατο;
Λένιν: Είσαι;
Α: Κι αν είμαι δηλαδή;
Λένιν: Νομίζεις πως θα της λείψεις; Έχεις και παιδιά;
Α: Δε μας φτάνει η γκίνια μας, έχουμε και τον γκαβούλιακα να μας κάνει ανάκριση. Ναι, έχω, ρε μάπα, τι έγινε;
Λένιν: Τίποτα. Τίποτα δεν έγινε, αυτό σου λέω. Δε θα τους λείψεις.
Β: Μη δίνεις σημασία ρε. Να στη σπάσει πάει ο φρίκος.
Α: Το ξέρω ρε φίλε, αλλά αν συνεχίσει θα τον κάνω τόπι το μαλάκα, σηκωτό θα τον βγάλουνε από δω μέσα.
Λένιν: Δε θα με βγάλουνε από δω μέσα. Αφού είναι φίλος, γιατί τον κάρφωσες στη γυναίκα του;
Β: Ρε γαμιόλη, εσύ ήσουνα;
Α: Είσαι σοβαρός ρε μαλάκα; Τι τον ακούς τώρα;
Β: Δεν ξέρω, ρε φίλε. Έχω φρικάρει απ’ την κλεισούρα. Θα μας κάνει βίδες μες στη σκοτίδα, βαλτός είναι;
Λένιν: Βαλτός είμαι, αλλά εσείς μ’ ακούτε, γιατί ξέρω τι κάνετε κάθε φορά που βρίσκεστε στο σκοτάδι.
Α: Ξεράδια ξέρεις, ρε μαλάκα.
Λένιν: Ξέρω τι κάνετε κάθε φορά που αργείτε.
Α: Τι λέει ο μαλάκας; Θα τονε λιώσω τον πούστη.
Λένιν: Εσύ θα με λιώσεις, αλλά εγώ ξέρω γιατί αργείτε κάθε φορά, ξέρω γιατί δεν ξεκολλάτε και ξέρω γιατί τον κάρφωσες στη γυναίκα του.
Β: Μην τον ακούς ρε, χέσ’ τονα, μη ρε, τι κάνεις, γιατί, μη. Όχι ρε συ. Όχι ρε γαμώτο.
Είμαι μια νυχτερίδα και ξέρω πως είμαι μια νυχτερίδα μέσα στο μετρό μέσα στο σκοτάδι μέσα στον τρόμο και ξέρω πως είναι τρόμος, γιατί ο τρόμος έχει ήχο χάρτινο σαν τα πόδια μου κι ο τρόμος τυλίγεται στο λαιμό του Λένιν σαν το χαρτί κι εγώ ξέρω πως είναι ο Λένιν τυλιγμένος στον τρόμο μέσα στο σκοτάδι μέσα στον ήχο μέσα στο μετρό.
Β: Και σου είπα, ρε μαλάκα, γράψ’ τονα, τι σε ‘πιασε; Δεν κουνιέται, ρε συ. Τον έφαγες τον άνθρωπο, ρε μαλάκα. Πρέπει να την κάνουμε τώρα. Δεν κάθομαι να μας βρούνε έτσι μ’ αυτόν τάβλα εδώ μέσα.
Α: Με την κοπέλα τι γίνεται;
Β: Όχι ρε μαλάκα, άσ’ την αυτή ρε. Είναι μουγκή ρε. Ξέχνα το σου λέω, ξέχνα το, ρε μαλάκα. Όχι ρε πούστη μου. Γιατί ρε μαλάκα. Τι σου ’κανε το κοριτσάκι ρε συ, γιατί ρε; Έλα τώρα, πάμε, ρε γαμώτο. Να την κάνουμε αμέσως, τώρα σου λέω. Να φύγουμε ρε. Έλα, γρήγορα, τράβα απ’ τη μεριά σου, άντε, άνοιξε το παπάρι, δε βλέπω τι κάνω ο μαλάκας, τ’ ειν’ αυτό; Από πού έρχεται;
Α: Γρήγορα, έρχεται απ’ την άλλη μεριά ρε, έλα, βοήθα ν’ ανέβω, δε βλέπω χριστό, κάτι έχει κολλήσει απάνω μου, πρέπει να ξαναβρούμε την πόρτα, ρε μαλάκα, τι είν’ αυτό στα μούτρα μου;
Είμαι μια νυχτερίδα με σπασμένο φτερό που πονάει και ξέρω πως είμαι μια νυχτερίδα με σπασμένο φτερό που πονάει γιατί ο πόνος έχει ήχο σπασμένο σαν το φτερό μου κι αυτοί οι δύο είναι νεκροί κι εγώ ξέρω πως είναι νεκροί γιατί έχουν ήχο ίσιο σαν τις γραμμές κι αυτοί δεν ξέρουν πως είναι νεκροί γιατί νομίζουν πως είναι μέσα όταν είναι έξω και νομίζουν πως είναι έξω όταν είναι μέσα και τώρα είναι μέσα κι εγώ ξέρω πως είναι μέσα κι είναι νεκροί γιατί τους ακουμπάω με το φτερό μου.
Είμαι μια νυχτερίδα που ξέρει για τους άλλους αυτό που οι έξω δεν ξέρουν για τους άλλους, γιατί οι έξω δεν ξέρουν πως όλοι είναι νεκροί μέσα στο μετρό.
Προδημοσίευση στο Book Press από τη συλλογή διηγημάτων της Μέμης Κατσώνη «Ο Λένιν στον Άγιο Αντώνιο» (εκδόσεις Γαβριηλίδη).
Η Μέμη Κατσώνη είναι εκπαιδευτικός και μεταφράστρια. Έχει μαθητεύσει σε εργαστήρια δημιουργικής γραφής με τον συγγραφέα και διευθυντή της Σχόλης Μισέλ Φάις. Το πρώτο της βιβλίο «Ο Λένιν στον Άγιο Αντώνιο» κυκλοφόρησε τον Δεκέμβριο του 2012 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.